25/11/201912:24

Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους- Carte Blanche: Η κριτικός κινηματογράφου Ιφιγένεια Καλαντζή παρουσιάζει τρεις αγαπημένες της ελληνικές ταινίες- Από 27-29 Νοεμβρίου στο Θέατρο Απόλλων στον Πύργο

Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους

Carte Blanche: Η κριτικός κινηματογράφου Ιφιγένεια Καλαντζή παρουσιάζει τρεις αγαπημένες της ελληνικές ταινίες

Από 27-29 Νοεμβρίου στο Θέατρο Απόλλων στον Πύργο

Το 22ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας δίνει Λευκή Κάρτα στη θεωρητικό και κριτικό κινηματογράφου Ιφιγένεια Καλαντζή*, μέλος της φετινής διεθνούς κριτικής επιτροπής μυθοπλασίας και animation, η οποία παρουσιάζει στο κοινό τρεις αγαπημένες της ταινίες από τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο. Η Ιφιγένεια Καλαντζή επέλεξε τις ταινίες «Η δουλειά της» (Ελλάδα-Γαλλία-Σερβία, 89′, 2018) , «Ο γιος της Σοφίας» (Ελλάδα-Γαλλία-Βουλγαρία, 111′, 2017) και «Η φόνισσα» (Ελλάδα, 81′, 1974) οι οποίες θα προβληθούν στο Θέατρο Απόλλων στον Πύργο, από τις 27/11 έως τις 29 του μήνα, στις 20.30, με δωρεάν είσοδο για το κοινό.

Η δουλειά της

Η αρχή γίνεται την Τετάρτη 27/11 με την ταινία «Η δουλειά της» σε σκηνοθεσία Νίκου Labôt, σενάριο Kατερίνας Κλειτσιώτη και Νίκου Labôt ενώ στις ερμηνείες συναντάμε τους Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Δημήτρη Ήμελλο, Μαρία Φιλίνη, Ελένη Καραγιώργη, Δανάη Πριμάλη, Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Κωνσταντίνο Γώγουλο.

Στην προβολή της ταινίας θα παραβρεθεί και η ηθοποιός Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Χρόνια πολλά στο σινεμά και στο θέατρο, ξεχωριστή πάντα παρουσία, λάμπει στη μεγάλη οθόνη σε αυτή την ταινία, που της χάρισε βραβείο στο Διεθνές Τμήμα του 59ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Υποδύεται μια καθαρίστρια που βρίσκει στην ταπεινή δουλειά της έναν καινούργιο τρόπο ζωής, έξω από το σπίτι, με ανεξαρτησία και αυτοσεβασμό. Η ίδια αφιέρωσε το βραβείο της «σε όσες γυναίκες νιώθουν αόρατες», σαν αυτή που ερμήνευε στη μεγάλη οθόνη. Μπήκε στον χώρο με το «Μαύρο γάλα» του Νίκου Τριανταφυλλίδη, συμμετείχε στο «Xenia» του Πάνου Κούτρα, «Στο σπίτι» του Αθανάσιου Καρανικόλα και έπειτα ήρθε η 40χρονη Παναγιώτα του Labot, μια άχαρη, φοβισμένη, αγράμματη καθαρίστρια, που μπροστά στα μάτια μας ορθώνει το κορμί της, αποκτά δύναμη, υπόσταση και μέλλον. Πώς θα περιέγραφε την Παναγιώτα η ίδια η Τριανταφυλλίδου; «Είναι μια γυναίκα που έχει ζήσει μια ζωή περιορισμένη, σύζυγος και μητέρα. Και, έστω και σαν καθαρίστρια, έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπη με τη ζωή έξω από το σπίτι. Με ό,τι κόστος αλλά και κέρδος αυτό έχει. Γιατί ανακαλύπτει τι σημαίνει να έχεις κοινωνικές σχέσεις, να γίνεσαι ανεξάρτητη οικονομικά, να μπορείς να στηρίζεις την οικογένειά σου, αλλά και, πρωτοφανές κάποτε γι’ αυτήν, να της αντιπαρατίθεσαι. Να σηκώνεις κεφάλι και φωνή. Θεωρώ ότι μετά το τέλος της ταινίας η Παναγιώτα θα είναι ένας εντελώς άλλος άνθρωπος».

Η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου έκανε την μετάφραση του «Βυσσινόκηπου» για τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη ενώ έστησε την μουσικο-θεατρική παράσταση «Εδώ», με τον συνθέτη Δημήτρη Κλώνη μετά από τρίμηνο εργαστήριο για ενήλικες του περιοδικού δρόμου «Σχεδία» και των Δομών Φιλοξενίας Αστέγων του Δήμου Αθηναίων, με υλικό τις «Αόρατες πόλεις» του Ίταλο Καλβίνο. Επίσης συνεργάστηκε επί πολλά χρόνια στο θέατρο με τον Νίκο Καραθάνο, βοηθός του από το «Δεκαήμερο» και μετά.

Ο γιος της Σοφίας

Την Πέμπτη, 28 Νοεμβρίου θα προβληθεί η ταινία «Ο γιός της Σοφίας» σε σκηνοθεσία και σενάριο Ελίνας Ψύκου και ερμηνείες από τους Βάλερι Τσεπλάνοβα, Βίκτορ Κόμουτ, Αρετή Σεϊνταρίδου, Θανάση Παπαγεωργίου, Αρτέμιο Χάβαλιτς, Υβόννη Μαλτέζου, Μαρία Φιλίνη, Μαρίνο Βεσλεμέ, Χρήστο Στέργιογλου.

Όπως αναλύει σε σημείωμά της η Ιφιγένεια Καλαντζή «ο Γιος της Σοφίας, δεύτερη ταινία της Ελίνας Ψύκου (Η Αιώνια επιστροφή του Αντώνη Παρασκευά/2013), τοποθετείται στο καλοκαίρι του 2004, με τους Ολυμπιακούς αγώνες, όπου η Βέρα, μια Ρωσίδα μετανάστρια, δυσκολεύεται να εξηγήσει στον Μίσα, τον 11χρονο γιο της που φέρνει από την Ρωσία, πως έχει παντρευτεί έναν κατά πολύ μεγαλύτερό της Έλληνα, τον κυρ Νίκο, και ότι θα μένουν πλέον στο σπίτι του. Με φόντο την αναπαράσταση του κιτς των Ολυμπιακών αγώνων, με τις κούκλες του Φοίβου και της Αθηνάς, αλλά και την πομπώδη τελετή έναρξης στην τηλεόραση, χτίζεται με ευαισθησία μια ιστορία περάσματος από την παιδική ηλικία στην εφηβεία, με πολύχρωμους ποπ φωτισμούς, έντονα αντιθετικά χρώματα στις ενδυμασίες και τα σκηνικά, σε ένα παραμυθένιο σύμπαν, που σηματοδοτεί τις ψυχολογικές εκφάνσεις ενός υφέρποντος, ακόμα, οιδιπόδειου, μπρος στη συστολή και το φόβο του άγνωστου της σεξουαλικότητας.

Πλήθος συμβολικές λεπτομέρειες – το τραγούδι Πόσο λυπάμαι της Βέμπο, τούρτες γενεθλίων, σοκολατάκια ΙΟΝ- στηρίζουν μια νοσταλγική σκηνοθετική άποψη, με σταθερά μετωπικά και συμμετρικά πλάνα, βασισμένη στη δόμηση των χαρακτήρων του εικαστικού παλιμπαιδισμού του Γουές Άντερσον, με αντικείμενα που τους χαρακτηρίζουν αναπτύσσοντας φετιχιστικές εμμονές. Ο μικρός Μίσα εμφανίζεται συχνά με ζωόμορφη αποκριάτικη στολή, θυμίζοντας και την ταινία του Σπάικ Τζοντζ Στη χώρα των μαγικών πλασμάτων (2009), ενώ περιβάλλεται από λούτρινα ζωάκια, που του χαρίζει η μητέρα του, από τη βιοτεχνία όπου εργάζεται.

Το κλίμα φετιχιστικής νοσταλγίας συμπληρώνεται με το άκουσμα προφορικής ανάγνωσης κλασικών παραμυθιών, από κασέτες, με τη φωνή του πατριού που είναι ηθοποιός. Οι ψυχαναλυτικές διαστάσεις της Κοκκινοσκουφίτσας και της Χιονάτης, μπλέκονται με πλάνα επικαίρων με τη νεολαία του Μεταξά και μια αποθήκη γεμάτη παλιατζούρες, όπως στα ασφυκτικά σκηνογραφικά πλάνα του Νικολαϊδη, και συναντούν τη γεμάτη αντικείμενα προσεγμένη σκηνογραφική άποψη της γιορτινής ατμόσφαιρας στο Φάνι και Αλέξανδρος του Μπέργκμαν, ταινία-ορόσημο για το δύσκολο πέρασμα από την παιδικότητα στην εφηβεία».

Η φόνισσα

Η τρίτη ταινία, με την οποία ολοκληρώνεται η Carte Blanche την Παρασκευή, είναι σκηνοθετημένη από το τιμώμενο πρόσωπο του 22ου Φεστιβάλ Ολυμπίας, τον Κώστα Φέρρη, σκηνοθέτης με τρία διεθνή και περισσότερα από τριάντα εθνικά βραβεία για τις ταινίες του, σε σενάριο του ίδιου και του Δήμου Θέου, σε διασκευή του μυθιστορήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Τους ρόλους ερμηνεύουν οι Μαρία Αλκαίου, Φοίβος Ταξιάρχης, Δημήτρης Πουλικάκος, Λάζος Τέρζας, Δήμητρα Ζέζα, Κώστας Δαρλάσης.

Όπως σημειώνει η Ιφιγένεια Καλαντζή, «στο πλαίσιο του μεταπολιτευτικού Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου (ΝΕΚ), η τάση αποκατάστασης της ελληνικής παράδοσης και της διερεύνησης της ελληνικότητας, μακριά από τη μολυσματική πατριδοκαπηλευτική διάθεση της χούντας, αποτυπώθηκε από τον Κώστα Φέρρη στη Φόνισσα (1974), μια έγχρωμη κινηματογραφική πειραματική προσέγγιση του ομώνυμου διηγήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, σε σενάριο που διασκεύασε ο σκηνοθέτης μαζί με τον Δήμο Θέο, κερδίζοντας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Βραβείο Σκηνοθεσίας για τον Φέρρη και Βραβείο Α΄ Γυναικείας Ερμηνείας για τη Μαρία Αλκαίου.

Η Φραγκογιανού του Φέρρη απεικονίζεται διαρκώς μέσα από πλάνα έντονης χειρονακτικής εργασίας, να ζυμώνει και να πλένει, ενώ πριν πάρει την άκαρδη απόφαση να φονεύσει τα μωρά, επαναλαμβάνει τα βάσανα της γυναίκας-δούλας σε αυτή τη σκληρή ζωή, που από μικρή υπηρετεί γονείς, στη συνέχεια τον σύζυγο και αναθρέφει πολυάριθμα παιδιά, για να καταλήξει γριά με σαλεμένο νου, να περιποιείται πλέον αγόγγυστα και τα εγγόνια, πάλι από την αρχή.

Ο Φέρρης υιοθετεί από το βουβό σινεμά ενδιάμεσους τίτλους που συνδυάζει με ενδιαφέρουσα χρήση νεγκατίφ στην εισαγωγή, ενώ αποδίδει με κλασική αναπαραστατική αφήγηση τη βασική πλοκή του διηγήματος, με μια εντυπωσιακή συρραφή πανέμορφων ελληνικών τοποθεσιών, με γυρίσματα στα Μέθανα και στο Πήλιο, όπου καταγράφει εξαιρετικά πετρόχτιστα παραδοσιακά σπίτια.

Θεματολογικά εμπνευσμένος από την ελληνική λογοτεχνία, το ελληνικό τοπίο και τις παραδοσιακές ενδυμασίες με τα προσεγμένα σκηνικά εποχής που επιμελήθηκε ο Τάσος Ζωγράφος, ο Φέρρης πρωτοτυπεί όταν τα συνδυάζει με ανήσυχη κινηματογράφηση σε λήψεις διαρκείας, με κάμερα που αναζητεί ψαγμένη οπτική γωνία και με τη ψυχεδελική νεωτερίστικη, μουσική σύνθεση προγκρέσιβ ροκ του νεαρότατου τότε Σταύρου Λογαρίδη με πρωτοποριακό ηχόχρωμα συνθεσάιζερ, αναχρονιστικής διάθεσης συγκριτικά με την εποχή που περιγράφεται και σε αντιδιαστολή με το παραδοσιακό κείμενο δημιουργώντας τολμηρή πειραματική προσέγγιση».

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι Θεωρητικός-Κριτικός Κινηματογράφου. Πτυχιούχος των Πανεπιστημίων Paris III – Nouvelle Sorbonne στην Ιστορία και Θεωρία του Κινηματογράφου και Paris X Nanterre στην Ιστορίας Τέχνης. Μέλος του ΔΣ της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και μέλος της Διεθνούς συνομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI).

Έχει διατελέσει Παραγωγός και Αρχισυντάκτρια σε τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές για την κινηματογραφική επικαιρότητα και δημοσιεύει σχετικά άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά. Ως τακτική συνεργάτης της εβδομαδιαίας εφημερίδας ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ (www.edromos.gr), από το 2010, δημοσιεύει άρθρα, ανταποκρίσεις και συνεντεύξεις.

Συμμετέχει από το 2012 ως συγγραφέας στο συλλογικό ετήσιο τόμο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ της ΠΕΚΚ και σε μονογραφίες προσωπικοτήτων της 7ης Τέχνης.

Μοιραστείτε το άρθρο

Περισσότερα Νέα